Οι κεφαλαιουχικές εταιρείες (Ι.Κ.Ε., Ε.Π.Ε., Α.Ε.), ως δυναμικές νομικές οντότητες, επηρεάζονται αναπόφευκτα από το φυσικό, οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον. Η δυναμικότητα αυτή οδηγεί συχνά σε μεταβολές στην εταιρική σύνθεση, δηλαδή στα πρόσωπα των εταίρων/μετόχων, δυνάμει νόμου ή καταστατικής διάταξης, με απώτερο σκοπό την προσαρμοστικότητα και την ομαλή  λειτουργία της εταιρείας. Τέτοιου είδους αλλαγές αποτελούν η έξοδος και ο αποκλεισμός εταίρου.

Ειδικότερα, ως έξοδος ορίζεται η εκούσια αποχώρηση εταίρου από την εταιρεία, που γίνεται με δική του βούληση. Από την άλλη πλευρά, ο αποκλεισμός αφορά στην ακούσια έξοδο εταίρου από την εταιρεία, δηλαδή χωρίς τη θέλησή του.

Ι. Δυνατότητες εξόδου

Α. Στην Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία

Σύμφωνα με το ά. 92 του Ν. 4072/2012 περί Ι.Κ.Ε., κάθε εταίρος μπορεί να εξέλθει αυτής για σπουδαίο λόγο με δικαστική απόφαση, που εκδίδεται μετά από αίτησή του. Σπουδαίος λόγος θεωρείται κάθε αντικειμενικός ή υποκειμενικός λόγος, που καθιστά δυσβάσταχτη την παραμονή του εταίρου στην εταιρεία, όπως ενδεικτικά, η μακρά ασθένεια, η αδυναμία συνεργασίας μεταξύ των εταίρων, η αιφνίδια δυσμενής οικονομική κατάσταση της εταιρείας κ.ά..

Είναι δυνατό, δε, το καταστατικό της εταιρείας να περιέχει επιπλέον διατάξεις για το δικαίωμα εξόδου θέτοντας ορισμένες προϋποθέσεις (π.χ. αποστολή εξώδικης δήλωσης προς την εταιρεία), καθώς και να προβλέπει την έξοδο εταίρου με εξωκεφαλαιακές εισφορές με δήλωση της εταιρείας, εάν εκείνος περιέλθει σε αδυναμία εκπλήρωσης της παροχής που αντιστοιχεί στην εισφορά αυτή, ιδίως λόγω ασθένειας ή συνταξιοδότησης ή διότι έχει κληρονομήσει τα εταιρικά μερίδια.

Μετά την έξοδο, ο διαχειριστής υποχρεούται αμελλητί να ακυρώσει τα μερίδια του εξερχόμενου και, εάν συντρέχει περίπτωση, να μειώσει το κεφάλαιο, αναπροσαρμόζοντας τον αριθμό των εταιρικών μεριδίων και προβαίνοντας σε σχετική καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ.. Ωστόσο, μπορεί να προβλέπεται στο καταστατικό ότι τα εταιρικά μερίδια, αντί να ακυρωθούν, θα εξαγοραστούν από υποδεικνυόμενο από την εταιρεία πρόσωπο. Ακόμη, είναι επιτρεπτή καταστατική πρόβλεψη περί δικαιώματος προτίμησης των εταίρων στην εξαγορά, κατά το ποσοστό της συμμετοχής τους στην Ι.Κ.Ε.. 

Ο εξερχόμενος εταίρος δικαιούται να λάβει την πλήρη αξία των μεριδίων του, ενώ η εταιρεία έχει αξίωση αποζημίωσης, κατά το ά. 78 παρ. 4 του ίδιου νόμου. 

Β. Στην Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης

Δυνάμει του ά. 33 παρ. 1 του Ν. 3190/1955 περί Ε.Π.Ε., κάθε εταίρος δύναται να εξέλθει από την εταιρεία με δήλωσή του προς τον διαχειριστή, εκτός αν ορίζεται άλλως στο καταστατικό (όπως εάν προβλέπεται ότι το εταιρικό μερίδιο θα εξαγοράζεται από υποδεικνυόμενο από την εταιρεία πρόσωπο είτε στην αξία που συμφωνείται μεταξύ του αποχωρούντος εταίρου και της εταιρείας είτε στην πραγματική του αξία, βάσει δικαστικής απόφασης κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων). Κατά την παρ. 1α του ίδιου άρθρου, η δυνατότητα κάθε εταίρου να εξέλθει από την εταιρεία με δήλωσή του προς τον διαχειριστή, εντός της τρίμηνης προθεσμίας που τάσσει η εν λόγω διάταξη, δεν μπορεί να περιοριστεί από οιαδήποτε καταστατική πρόβλεψη. Το εταιρικό μερίδιο του αποχωρούντος εταίρου εξαγοράζεται κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα. 

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, βάσει της παρ. 2 του ίδιου άρθρου, κάθε εταίρος δύναται να εξέλθει της Ε.Π.Ε. ένεκα σπουδαίου λόγου κατόπιν δικαστικής αποφάσεως, με την οποία προσδιορίζεται η αξία της μερίδας του εξερχομένου εταίρου, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του ά. 29 παρ. 1 και παρ. 4

ΙΙ. Δυνατότητες αποκλεισμού

Α. Στην Ι.Κ.Ε.

Σύμφωνα με το ά. 93 του Ν. 4072/2012, εφόσον υφίσταται σπουδαίος λόγος, ο αποκλεισμός εταίρου από την Ι.Κ.Ε. είναι δυνατός με δικαστική απόφαση, μετά από απόφαση των λοιπών εταίρων, βάσει του ά. 72 παρ. 4 του ίδιου νόμου, και κατόπιν αίτησης κάθε διαχειριστή ή εταίρου εντός εξήντα ημέρων από τη λήψη της προαναφερθείσας απόφασης. Το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα έκδοσης προσωρινής διαταγής, διατάσσοντας, λόγου χάρη, την προσωρινή αναστολή του δικαιώματος ψήφου του υπό αποκλεισμού εταίρου. 

Από την τελεσιδικία της απόφασης και την καταβολή στον αποκλειόμενο της πλήρους αξίας των μεριδίων του, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 3 του ά. 72, η εταιρεία συνεχίζεται μεταξύ των λοιπών εταίρων. Σε κάθε περίπτωση, η Ι.Κ.Ε. μπορεί να αξιώσει αποζημίωση, δυνάμει της παρ. 4 του ά. 78, και, κατά τα λοιπά, εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 4 του ά. 92, περί τυχόν ακύρωσης μεριδίων.

Β. Στην Ε.Π.Ε.

Παρόμοια είναι η ρύθμιση του ά. 33 παρ. 3 του Ν. 3190/1955, βάσει της οποίας, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος και ληφθεί σχετική απόφαση της συνέλευσης, το δικαστήριο, κατόπιν αίτησης παντός διαχειριστή ή εταίρου δύναται να αποκλείσει έναν ή πλείονες εταίρους από την εταιρεία. Από την καταβολή στον αποκλειόμενο εταίρο της αξίας της μερίδας του, προσδιοριζομένης κατά το ά. 29 παρ. 1 και παρ. 4, η Ε.Π.Ε. συνεχίζεται μεταξύ των λοιπών εταίρων. 

ΙΙΙ. Η περίπτωση της Ανώνυμης Εταιρείας

Η εξαγορά μετοχών και η αρχή της ελεύθερης μεταβίβασής τους συνιστούν κατοχυρωμένα δικαιώματα της εταιρικής συμμετοχής στην Α.Ε., προστατεύοντας ιδίως τους μειοψηφούντες μετόχους. Απουσιάζει, λοιπόν, στο δίκαιο της Α.Ε. νομοθετική πρόβλεψη δικαιώματος εξόδου ή αποκλεισμού μετόχου, πλην αυτών στα ά. 27, 80, 130 παρ. 4 του Ν. 4601/2019 περί εταιρικών μετασχηματισμών. Η αρχή της ελεύθερης μεταβίβασης κάμπτεται στην περίπτωση των δεσμευμένων μετοχών, δηλαδή εκείνων επί των οποίων έχουν τεθεί καταστατικοί περιορισμοί ως προς τη μεταβίβασή τους, λ.χ. αναγκαία προηγούμενη άδεια  του ΔΣ ή της ΓΣ (ά. 43 του Ν. 4548/2018).

Επιπλέον, οι μέτοχοι μειοψηφίας δικαιούνται να ζητήσουν από την Α.Ε. με αγωγή την εξαγορά των μετοχών τους (sell-out), για περιοριστικά αναφερόμενους στο ά. 45 του Ν. 4548/2018 λόγους (λ.χ. στην περίπτωση δεσμευμένων μετοχών – περ. γ’). Ακόμη, μπορούν να ζητήσουν με αγωγή την εξαγορά των μετοχών τους από τον πλειοψηφούντα μέτοχο που κατέχει τουλάχιστον 95% του μετοχικού κεφαλαίου (ά. 46) ή με αίτηση από παρεμβαίνοντες μετόχους σε περίπτωση που ζητηθεί η δικαστική λύση της Α.Ε. (ά. 166 παρ. 5). Αντιστοίχως, ο μεγαλομέτοχος δικαιούται να εξαγοράσει τις μετοχές της μειοψηφίας (squeeze-out), περίπτωση αποκλίνουσα από τον αποκλεισμό, επειδή εδώ η έξοδος δεν προκαλείται από την ίδια την εταιρεία (ά. 47).

Συμπέρασμα

Καθώς το επιχειρηματικό περιβάλλον μεταβάλλεται διαρκώς και οι ενδοεταιρικές σχέσεις δοκιμάζονται από σύνθετα νομικά και πραγματικά δεδομένα, η ανάγκη για ευέλικτους μηχανισμούς εξόδου και αποκλεισμού εταίρων καθίσταται ολοένα και πιο επιτακτική. Όταν τα οικονομικά συμφέροντα θίγονται ή συγκρούονται, όταν οι σχέσεις κλονίζονται και καθίσταται ανυπόφορη η συνέχισή τους, τότε η μεταβολή της εταιρικής σύνθεσης κρίνεται ως το αναγκαίο μέσο για την επίτευξη της λειτουργικής συνύπαρξης μεταξύ των προσώπων, αλλά και για τη μέγιστη εταιρική σταθερότητα και αποτελεσματικότητα.