(Δημοσιεύθηκε στο businessnews.gr)

Ξεκίνησε η λειτουργία της εφαρμογής του Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων ως ηλεκτρονικά συνδεδεμένο σύστημα με τον ΑΦΜ κάθε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας με χρήση διαδικτυακής ηλεκτρονικής εφαρμογής της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων. 

Οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις περιλαμβάνονται στον Ν. 4557/2018, με τον οποίο εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη το νέο πλαίσιο για την πρόληψη και την καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (σε ενσωμάτωση της Οδηγίας 2015/849/ΕΕ), καθώς και στην υπ’ αρ. 67343 ΕΞ 2019 (ΦΕΚ Β’ 2243/20-6-2019) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Στόχος της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας είναι η διαφάνεια των εταιρικών δομών, η άμεση πρόσβαση των ελεγκτικών/διωκτικών αρχών σε αυτές και η αποτροπή κατάχρησης των εταιρικών δομών για σκοπούς ξεπλύματος χρήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ενώ εντός του 2021 αναμένεται η διασύνδεση των επιμέρους εθνικών Κεντρικών Μητρώων Πραγματικών Δικαιούχων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Κεντρικής Πλατφόρμας. 

Ι. ΕΙΔΙΚΟ ΚΑΙ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΜΗΤΡΩΟ

Πιο συγκεκριμένα, το αρ. 20 του Ν. 4557/2018 προβλέπει τη δημιουργία δύο διαφορετικών τύπων μητρώων: 1) ενός «Ειδικού Μητρώου» τηρουμένου από εταιρείες και άλλες νομικές οντότητες που έχουν την έδρα τους στην Ελλάδα και 2) ενός «Κεντρικού Μητρώου» που τηρείται από την Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) σε εθνικό επίπεδο. 

Όλες οι εταιρικές και λοιπές οντότητες με έδρα στην Ελλάδα, υποχρεούνται να συλλέγουν και να τηρούν επαρκείς, ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες για με τους πραγματικούς δικαιούχους τους. Οι πληροφορίες αυτές θα καταχωρίζονται σε Ειδικό Μητρώο, το οποίο θα τηρείται στην έδρα αυτών των οντοτήτων και θα περιλαμβάνουν τουλάχιστον το ονοματεπώνυμο, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα, καθώς την χώρα διαμονής όλων των πραγματικών δικαιούχων, όπως επίσης και το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχουν. Υπεύθυνος για την τήρηση του Μητρώου επαρκώς τεκμηριωμένου και προσηκόντως επικαιροποιημένου είναι ο νόμιμος εκπρόσωπος ή το ειδικώς εξουσιοδοτημένο προς τούτο πρόσωπο, κατόπιν απόφασης του αρμοδίου εταιρικού οργάνου. 

Πέραν τούτου, όλα τα δεδομένα που τηρούνται στο Ειδικό Μητρώο θα πρέπει να καταχωρηθούν στο Κεντρικό Μητρώο, που τηρείται από τη Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομίας, εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία σταδιακής έναρξης καταχώρισης ανά είδος εταιρικής οντότητας κατά τα ειδικώς αναφερόμενα κατωτέρω. Επιπλέον, οποιαδήποτε μεταβολή στα στοιχεία των πραγματικών δικαιούχων θα πρέπει να καταχωρίζεται στο Κεντρικό Μητρώο εντός προθεσμίας επίσης εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία επέλευσής της. 

ΙΙ. ΚΑΤΑΠΙΣΤΕΥΜΑΤΑ

Περαιτέρω, σύμφωνα με το αρ. 21 του Ν. 4557/2018, οι καταπιστευματοδόχοι σε σχήμα ρητής καταπιστευματικής διαχείρισης (express trust) που διέπεται από την ελληνική νομοθεσία, υποχρεούνται να συλλέγουν και να φυλάσσουν επαρκείς, ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους του καταπιστεύματος σε ειδικό μητρώο που τηρούν στην έδρα τους, το οποίο συνδέεται με το ως άνω Κεντρικό Μητρώο πραγματικών δικαιούχων. Ο διαχειριστής του καταπιστεύματος είναι υπεύθυνος να τηρεί το Μητρώο επαρκώς τεκμηριωμένο και προσηκόντως επικαιροποιημένο.

ΙII. ΈΝΝΟΙΑ «ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥ»

Ως πραγματικός δικαιούχος κατά τον Νόμο νοείται «κάθε φυσικό(ά) πρόσωπο(α), στο (α) οποίο (α) τελικά ανήκει ή το(α) οποίο(α) ελέγχει/ουν μία νομική οντότητα, αλλά και κάθε φυσικό(ά) πρόσωπο(α) για λογαριασμό του(ων) οποίου(ων) διεξάγεται μία συναλλαγή ή δραστηριότητα.»

1. Πιο συγκεκριμένα, σε περίπτωση εταιρειών, τα παρακάτω πρόσωπα νοούνται ως «πραγματικοί δικαιούχοι»:

(α) Το(α) φυσικό(ά) πρόσωπο(α) στο(α) οποίο(α) ανήκει τελικά η εταιρεία ή το(α) οποίο(α) ελέγχει(ουν) αυτή διά της κατοχής ή του ελέγχου αμέσως ή εμμέσως ενός ικανού ποσοστού των μετοχών ή των δικαιωμάτων ψήφου ή άλλων ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων αυτής, μεταξύ άλλων δε, και μέσω μετοχών στο κομιστή ή μέσω ελέγχου με άλλα μέσα. Η κατοχή ενός ποσοστού μετοχών άνω του 25% ή ιδιοκτησιακού δικαιώματος άνω του 25% μιας εταιρείας από φυσικό πρόσωπο, αποτελεί ένδειξη αμέσου ελέγχου αυτήςΗ κατοχή ενός ποσοστού μετοχών άνω του 25% ή ιδιοκτησιακού δικαιώματος άνω του 25% μιας εταιρείας από άλλη εταιρεία, ο έλεγχος της οποίας ασκείται από φυσικό(ά) πρόσωπο (α) ή από περισσότερες εταιρείες που ελέγχονται από το ίδιο(α) φυσικό(ά) πρόσωπο (α), αποτελεί ένδειξη εμμέσου ελέγχου αυτής.

Περαιτέρω, ο έλεγχος δύναται να εξακριβωθεί και με άλλα μέσα, μεταξύ άλλων, βάσει των κριτηρίων ελέγχου για την κατάρτιση ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, δηλαδή, ενδεικτικά, της άσκησης ελέγχου μέσω συμφωνίας μετόχων, της άσκησης δεσπόζουσας επιρροής ή της εξουσίας διορισμού των ανώτερων διοικητικών στελεχών του νομικού προσώπου. 

Σημειώνεται ότι τα ως άνω κριτήρια δεν τυγχάνουν εφαρμογής στις εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά εταιρείες που υπόκειται σε απαιτήσεις γνωστοποίησης, σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ ή ισοδύναμα διεθνή πρότυπα που εξασφαλίζουν επαρκή διαφάνεια αναφορικά με τις πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο.

(β) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και μόνο εφόσον δεν δύναται να προσδιοριστεί κανένα πρόσωπο ως πραγματικός δικαιούχος σύμφωνα με τα ανωτέρω κριτήρια ή εάν υπάρχουν αμφιβολίες για το ότι το πρόσωπο που προσδιορίστηκε είναι πράγματι ο πραγματικός δικαιούχος, ως πραγματικός δικαιούχος νοείται το ή τα φυσικά πρόσωπα που κατέχουν θέση ανώτατου διοικητικού στελέχους στην εταιρεία. Σημειώνεται ότι το δικαίωμα κατονομασίας ενός ανώτατου διευθυντικού ως πραγματικού δικαιούχου πρέπει να εξετάζεται κατά περίπτωση, ενώ κατ’ αρχήν, μόνο τα διοικητικά στελέχη με επαρκώς υψηλή ιεραρχική θέση -τα οποία γνωρίζουν επαρκώς τον βαθμό έκθεσης της εταιρείας σε κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και σε δραστηριότητες χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και παράλληλα δύνανται να λαμβάνουν αποφάσεις που επηρεάζουν τον κίνδυνο έκθεσης της εταιρείας- μπορούν να κατονομάζονται ως πραγματικοί δικαιούχοι. Αυτό το διευθυντικό στέλεχος ή ο υπάλληλος δεν απαιτείται να είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας.

2. Όσον αφορά τα καταπιστεύματα (και τις λοιπές νομικές οντότητες ή νομικά μορφώματα παρεμφερή με τα καταπιστεύματα) τα παρακάτω πρόσωπα νοούνται ως «πραγματικοί δικαιούχοι»:

(α) o ιδρυτής,

(β) ο(οι) καταπιστευματοδόχος(οι),

(γ) ο προστάτης, αν υπάρχει,

(δ) οι δικαιούχοι ή, εφόσον οι δικαιούχοι της νομικής οντότητας ή του νομικού μορφώματος

δεν έχουν προσδιοριστεί ακόμη, η κατηγορία προσώπων προς το συμφέρον των οποίων κυρίως έχει συσταθεί ή λειτουργεί η νομική οντότητα ή το νομικό μόρφωμα,

(ε) οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο στο οποίο τελικά ανήκει ή το οποίο ασκεί άμεσα ή

έμμεσα με οποιοδήποτε μέσο τον έλεγχο του καταπιστεύματος.

IV. ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ-ΕΜΠΙΣΤΕΥΜΑ ΣΤΗΝ ΑΛΛΟΔΑΠΗ

1. Τα ειδικά θέματα (χρόνος, τρόπος καταχώρισης κλπ.) σχετικά με την τήρηση και τη διαδικασία καταχώρισης στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων ρυθμίζονται με την υπ’ αρ. 67343 ΕΞ 2019 (ΦΕΚ Β’ 2243/20-6-2019) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με την οποία υπόχρεοι καταχώρισης στο Μητρώο είναι κάθε είδους νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που έχουν έδρα στην Ελλάδα ή ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα που φορολογείται στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως της έδρας ή τυχόν απαλλαγής τους από φορολογία δυνάμει ειδικών διατάξεων. Στο πλαίσιο αυτό σημειώνεται ότι οι θυγατρικές εταιρείες ημεδαπών ή αλλοδαπών εταιρειών με πραγματικό δικαιούχο εισηγμένη εταιρεία στην Ελλάδα ή την αλλοδαπή καταχωρίζουν ως πραγματικό δικαιούχο την εισηγμένη μητρική εταιρεία κατά τα ειδικώς οριζόμενα στην ανωτέρω Υπουργική Απόφαση.

2. Επιπρόσθετα, στο αρ. 2 παρ. Α περ. 5 της ως άνω Υπουργικής Απόφασης προβλέπεται ότι υπόχρεοι καταχώρισης είναι και τα καταπιστεύματα και παρεμφερή μορφώματα, ήτοι: α) οι νομικές οντότητες της περ. δ του αρ. 2 του Ν. 4172/2013β) τα αλλοδαπά εμπιστεύματα (trusts), του οποίου ο ιδρυτής, εμπιστευματούχος ή δικαιούχος είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, και γ) τα αλλοδαπά ιδρύματα (foundation). 

Ειδικά όσον αφορά τα αλλοδαπά εμπιστεύματα (trusts), τα οποία αποτελούν θεσμό που δεν προβλέπεται στην ελληνική νομοθεσία, παρατηρείται η σταδιακή ένταξή τους σε διάφορα επιμέρους ρυθμιστικά πεδία της ελληνικής έννομης τάξης, όπως στον ισχύοντα ΚΦΕ (Ν. 4172/2013), ο οποίος εντάσσει στην έννοια της «νομικής οντότητας» και τους θεσμούς του εμπιστεύματος (trust) και του ιδρύματος (foundation), με αποτέλεσμα κάθε μορφής καταπίστευμα ή εμπίστευμα ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, ημεδαπό ή αλλοδαπό, να αναγνωρίζεται ως αυτοτελές φορολογικό υποκείμενο.

Αναφορικά με την υποχρέωση καταχώρισης στο Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων, εγείρονται ερωτήματα για τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε τα αλλοδαπά εμπιστεύματα να έχουν δηλωτικές υποχρεώσεις. Πιο συγκεκριμένα, από τον συνδυασμό των αρ. 20 Ν. 4557/2018 και αρ. 2 της ως άνω Υπουργικής Απόφασης, συμπεραίνεται κατ’ αρχήν ότι για να κριθεί ως υπόχρεο καταχώρισης αλλοδαπό trust θα πρέπει να πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) να ασκείται επιχειρηματική δραστηριότητα που φορολογείται στην Ελλάδα και β) η φορολογική κατοικία του ιδρυτή, εμπιστευματούχου ή δικαιούχου να βρίσκεται στην Ελλάδα. Εξ αντιδιαστολής μπορεί να συναχθεί ότι α) trust που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα που φορολογείται στην Ελλάδα, αλλά ο ιδρυτής, εμπιστευματούχος ή δικαιούχος του δεν είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, καθώς και β) trust που δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα που φορολογείται στην Ελλάδα και ο Ιδρυτής, εμπιστευματούχος ή δικαιούχος του είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, δεν αποτελούν οντότητες προς καταχώριση στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων. Ωστόσο, το ανωτέρω ζήτημα (της σωρευτικής δηλαδή συνδρομής των παραπάνω προϋποθέσεων για τα αλλοδαπά trusts) χρήζει αποσαφήνισης, προκειμένου να υπάρξει ένα ξεκάθαρο πλαίσιο για τις οντότητες που υπέχουν υποχρεώσεις περί δήλωσης των πραγματικών δικαιούχων κατά τα ανωτέρω.

  

V. ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΣΕΙΡΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ

Ως προς τον χρόνο της εν λόγω καταχώρισης επισημαίνεται ότι η καταχώριση στο Κεντρικό Μητρώο πραγματοποιείται σταδιακά, ανά ομάδα υποχρέων καταχώρισης, ως εξής:

  • Α’ Ομάδα: από 16-9-2019 έως 14-10-2019

Στην πρώτη ομάδα περιλαμβάνονται ενδεικτικά οι Ελληνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο της ναυτιλίας (όπως η ΝΕΠΑ, ναυτικές εταιρείες του Ν. 959/1979) και τα γραφεία των αλλοδαπών ναυτιλιακών εταιρειών που εγκαθίστανται στην Ελλάδα βάσει του αρ. 25 του Ν. 27/1975.

  • Β’ Ομάδα: από 30-9-2019 έως 1-11-2019

Στη δεύτερη ομάδα περιλαμβάνονται ενδεικτικά οι μονοπρόσωπες ανώνυμες εταιρείες, οι ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, τα υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών, τα ιδρύματα, οι κοινοπραξίες και οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες.

  • Γ’ Ομάδα: από 14-10-2019 έως 29-11-2019

Στην Τρίτη ομάδα περιλαμβάνονται ενδεικτικά οι ανώνυμες εταιρείες, οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και οι προσωπικές εταιρείες (Ο.Ε., Ε.Ε.), οι οποίες δεν ανήκουν σε ειδικές κατηγορίες εταιρειών των προηγούμενων δύο ομάδων.

VI. ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις ανωτέρω υποχρεώσεις αναστέλλεται η έκδοση φορολογικής ενημερότητας του μη συμμορφούμενου νομικού προσώπου/νομικής οντότητας και/ή του καταπιστεύματος. Οι αρμόδιες Φορολογικές Αρχές και η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες ενημερώνονται μέσω της διαδικτυακής ηλεκτρονικής εφαρμογής του Κεντρικού Μητρώου, το αργότερο εντός εξήντα (60) ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας εντός της οποίας οι υπόχρεοι οφείλουν να καταχωρίσουν τα στοιχεία του πραγματικού δικαιούχου στο Κεντρικό Μητρώο. Επιπλέον, σε περίπτωση παράβασης των ανωτέρω υποχρεώσεων επιβάλλεται πρόστιμο 10.000 ευρώ στην υπόχρεη οντότητα, το οποίο σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εντός της τιθέμενης προθεσμίας ή υποτροπής διπλασιάζεται.