Ι. Εισαγωγή
Δημοσιεύθηκε πρόσφατα ο Ν. 5055/2023 για τις διασυνοριακές μετατροπές, συγχωνεύσεις και διασπάσεις κεφαλαιουχικών εταιρειών, ο οποίος ενσωματώνει την Οδηγία (ΕΕ) 2019/2121 για την τροποποίηση της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132. Με τον νέο νόμο, ο οποίος ξεκίνησε να ισχύει από 29/9/2023, εισάγονται νέες ρυθμίζεις για τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις που μέχρι πρότινος ρυθμίζονταν με τα άρθρα 1-17 Ν. 3777/2009, τα οποία πλέον καταργούνται, ενώ ρυθμίζονται για πρώτη φορά οι διασυνοριακές μετατροπές και διασπάσεις.
Σκοπός του νέου νομοθετήματος είναι η συστηματοποίηση ενός ενιαίου ρυθμιστικού πλαισίου για τους διασυνοριακούς μετασχηματισμούς εταιρειών, που θα φέρει σταθερότητα και ασφάλεια δικαίου, θα άρει τους περιορισμούς στην ελευθερία εγκατάστασης των κεφαλαιουχικών εταιρειών στην εσωτερική αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα προστατεύει όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, πιστωτές, μετόχους και εταίρους.
Ο νέος Ν. 5055/2023, ο οποίος κωδικοποιήθηκε σε ενιαίο νομοθέτημα στα Κεφάλαια ΙΑ’, ΙΒ’ και Ζ’ του ήδη υφιστάμενου Ν. 4601/2019 για τους ημεδαπούς εταιρικούς μετασχηματισμούς, καθιστά δυνατή την διενέργεια οποιουδήποτε διασυνοριακού μετασχηματισμού ημεδαπής εταιρείας με εταιρεία ή εταιρείες που έχουν συσταθεί σε διαφορετικά κράτη-μέλη της Ε.Ε. Σημειώνεται ότι στο υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής των διασυνοριακών μετασχηματισμών περιλαμβάνονται μόνο οι κεφαλαιουχικές εταιρείες (ΑΕ,ΙΚΕ,ΕΠΕ, ΕΕ κατά μετοχές, Ευρωπαϊκή Εταιρεία (SE))[1], και ως εκ τούτου αποκλείονται οι διασυνοριακοί μετασχηματισμοί προσωπικών εταιρειών (Ο.Ε., Ε.Ε.), γεγονός που εισάγει σημαντική απόκλιση σε σχέση με τους ημεδαπούς μετασχηματισμούς εταιρειών.
ΙΙ. Διασυνοριακές συγχωνεύσεις
Ο νέος νόμος εισήγαγε σημαντικές αλλαγές στις διασυνοριακές συγχωνεύσεις σε σχέση με το προγενέστερο καθεστώς του Ν. 3777/2009, ιδίως όσον αφορά την ενημέρωση και προστασία των ενδιαφερόμενων μερών, δηλαδή των εταίρων ή μετόχων, πιστωτών και εργαζομένων.
Η διαδικασία της διασυνοριακής συγχώνευσης εκκινεί με τη διαμόρφωση του κοινού σχεδίου διασυνοριακής συγχώνευσης από τα διαχειριστικά όργανα των συγχωνευόμενων εταιρειών, το οποίο καταχωρίζεται και δημοσιεύεται στο Γ.Ε.ΜΗ., τουλάχιστον έναν (1) μήνα προ της ημερομηνίας συνεδρίασης της Γενικής Συνέλευσης (Γ.Σ.) για την λήψη της απόφασης έγκρισης της διασυνοριακής συγχώνευσης.
Με τον νέο νόμο, στην υποχρέωση σύνταξης έκθεσης από το Δ.Σ. ή τους διαχειριστές της εταιρείας σχετικά με τις νομικές και οικονομικές πτυχές της διασυνοριακής συγχώνευσης, εισάγεται επιπλέον η υποχρέωση αναφοράς διακριτών τμημάτων που απευθύνονται αφενός στους μετόχους/εταίρους και αφετέρου στους εργαζομένους.
Περαιτέρω, εισάγονται για πρώτη φορά αναλυτικές διατάξεις σχετικά με την προστασία των μετόχων/εταίρων και πιστωτών, οι οποίοι δεν αντιμετωπίζονται πλέον ως ενιαία κατηγορία όπως στο προγενέστερο καθεστώς. Συγκεκριμένα, οι μέτοχοι-εταίροι που καταψήφισαν το σχέδιο συγχώνευσης δύνανται να διαθέσουν τις εταιρικές τους συμμετοχές έναντι επαρκούς χρηματικού ανταλλάγματος, ενώ παρατείνεται η προθεσμία προστασίας των πιστωτών που ζητούν επαρκείς εγγυήσεις σε τρείς (3) μήνες, σε αντίθεση με την προθεσμία του ενός (1) μήνα που προβλέπεται στους ημεδαπούς μετασχηματισμούς.
Ακόμη, εισάγονται ευνοϊκές διατάξεις για την προστασία των εργαζομένων, καθώς πέραν της δυνατότητας έκθεσης των απόψεων τους επί του κοινού σχεδίου διασυνοριακής συγχώνευσης, θεσπίζονται διατάξεις για την ενημέρωση και διαβούλευσή τους.
Επιπλέον, στον νέο νόμο εισάγονται απλουστευμένες ρυθμίσεις αναφορικά με τη διασυνοριακή συγχώνευση με απορρόφηση και συγκεκριμένα στην περίπτωση που η απορροφώσα εταιρεία κατέχει το ενενήντα τοις εκατό (90%) ή περισσότερο, όχι όμως το σύνολο των εταιρικών συμμετοχών, που παρέχουν δικαίωμα ψήφου στις συνελεύσεις των απορροφώμενων εταιρειών, δεν απαιτείται έγκριση του κοινού σχεδίου διασυνοριακής συγχώνευσης από την Γ.Σ. της ημεδαπής απορροφώσας εταιρείας.
Τέλος, για την ολοκλήρωση του μετασχηματισμού απαραίτητη είναι η έκδοση του πιστοποιητικού πριν τη διασυνοριακή συγχώνευση από τις αρμόδιες αρχές του κράτους -μέλους προέλευσης, ενώ πραγματοποιείται έλεγχος νομιμότητας από τις αρμόδιες αρχές του κράτους υποδοχής και τηρούνται οι απαραίτητες διατυπώσεις δημοσιότητας, προκειμένου να εκκινήσουν τα αποτελέσματα της διασυνοριακής συγχώνευσης.
ΙΙΙ. Διασυνοριακές διασπάσεις και μετατροπές – Τι ισχύει πλέον για την μεταφορά έδρας
Η καινοτομία του Ν. 5055/2023 αφορά κυρίως τους διασυνοριακούς μετασχηματισμούς της διάσπασης και μετατροπής, οι οποίοι θεσπίζονται νομοθετικά για πρώτη φορά.
Συγκεκριμένα, η διαδικασία των διασυνοριακών διασπάσεων ρυθμίζεται με όμοια λογική με αυτή των διασυνοριακών συγχωνεύσεων όσον αφορά τις απαραίτητες διαδικασίες και διατυπώσεις σύνταξης σχεδίου διασυνοριακής διάσπασης, δημοσιότητας, έκθεσης του Δ.Σ. ή των διαχειριστών προς μετόχους ή εταίρους και εργαζομένους, έκθεσης ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων, εγκρίσεων από τη Γ.Σ., προστασίας μετόχων/εταίρων/πιστωτών/εργαζομένων και χορήγησης πιστοποιητικού πριν την διασυνοριακή διάσπαση.
Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο της διασυνοριακής διάσπασης η επωφελούμενη ή επωφελούμενες εταιρείες είναι πάντα νεοσυσταθείσες και όχι υφιστάμενες, όπως δύναται να συμβεί σε περίπτωση ημεδαπής διάσπασης.
Ομοίως, η περίπτωση της διασυνοριακής μετατροπής ρυθμίζεται υπό παρόμοια λογική και διαδικασία και αποτελεί την πράξη με την οποία μια εταιρεία χωρίς να λυθεί ή να τεθεί υπό εκκαθάριση, μετατρέπει τη νομική μορφή υπό την οποία είναι καταχωρισμένη σε ένα κράτος μέλος αφετηρίας, σε μια νομική μορφή του κράτους-μέλους προορισμού και μεταφέρει την καταστατική της έδρα σε αυτό, διατηρώντας τη νομική της προσωπικότητα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η θέσπιση των διατάξεων περί διασυνοριακής μετατροπής επέφερε σημαντική αλλαγή στο ζήτημα της μεταφοράς έδρας εταιρειών μεταξύ διαφορετικών κρατών-μελών της Ε.Ε., καθώς μέχρι πρότινος δεν υπήρχε ενιαίο νομοθετικά ρυθμισμένο καθεστώς, με αποτέλεσμα κάθε κράτος να είχε διαφορετική αντιμετώπιση του ζητήματος. Υπό το προγενέστερο καθεστώς, σε περίπτωση που μια αλλοδαπή εταιρεία με έδρα σε κράτος-μέλος της Ε.Ε. επιθυμούσε να μεταφέρει την έδρα της στην Ελλάδα, παρόλο που δεν υπήρχε σχετικό νομοθετικό καθεστώς, το Γ.Ε.ΜΗ. στην πράξη ενέκρινε την μεταφορά έδρας εφόσον επιτρεπόταν και από το κράτος προέλευσης, στηριζόμενο στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο και συγκεκριμένα στην αρχή της «ελεύθερης εγκατάστασης εντός Ε.Ε.». Ωστόσο, οι διαφορετικές ρυθμίσεις κάθε κράτους-μέλους καθιστούσαν τη διαδικασία πολύπλοκη ή ακόμα και αδύνατη καθώς υπήρχαν κράτη (π.χ. Ιρλανδία) που δεν αναγνώριζαν καθόλου το δικαίωμα μεταφοράς έδρας.
Με την νέα οδηγία και την ενσωμάτωσή της δόθηκε νομοθετικά μία κοινή λύση, καθώς πλέον η μεταφορά της έδρας πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω του διασυνοριακού μετασχηματισμού της μετατροπής. Με αυτό τον τρόπο και ακολουθώντας την απαιτούμενη διαδικασία, μια εταιρεία, χωρίς να μεταβάλλει τη νομική της προσωπικότητα, δύναται να μετατραπεί σε εταιρεία κεφαλαιουχικής μορφής της επιλογής της σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. Θα πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι επί του παρόντος έχει ανακύψει ρυθμιστικό κενό για την πραγματοποίηση διασυνοριακών μετασχηματισμών και ιδίως διασπάσεων και μετατροπών με κράτη-μέλη της Ε.Ε. τα οποία δεν έχουν μέχρι σήμερα ενσωματώσει την εν λόγω Οδηγία, παρόλο που έχει παρέλθει η δοθείσα προθεσμία εναρμόνισης της με τις εθνικές έννομες τάξεις. Η μη έγκαιρη ενσωμάτωση της Οδηγίας από ορισμένα κράτη όπως π.χ. η Κύπρος, έχει ως αποτέλεσμα την δυσχέρεια πραγματοποίησης διασυνοριακών μετασχηματισμών εταιρειών εγκατεστημένων στα εν λόγω κράτη ελλείψει του κρίσιμου εθνικού νομοθετικού πλαισίου. Στην περίπτωση μάλιστα που μία εταιρεία εγκατεστημένη σε κράτος που δεν έχει ακόμα ενσωματώσει την Οδηγία (π.χ. Κύπρος) επιθυμεί να μεταφέρει την έδρα της σε κράτος που την έχει ενσωματώσει (π.χ. Ελλάδα), συναντάται το παράδοξο να μην μπορεί να προχωρήσει μέχρι την ενσωμάτωση της Οδηγίας ούτε η μεταφορά έδρας που εφαρμοζόταν υπό το προγενέστερο καθεστώς, αλλά ούτε και η διασυνοριακή μετατροπή.
ΙV. Καταληκτικές παρατηρήσεις
Συμπερασματικά, η ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/2121 για την τροποποίηση της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 στην ελληνική έννομη τάξη με την ψήφιση του πρόσφατου Ν. 5055/2023, παρότι αφορά μόνο τις κεφαλαιουχικές εταιρείες, αποτελεί συνολικά μια σημαντική και καινοτόμα εξέλιξη στην διαμόρφωση ενός συστηματικού, κοινού και ομοιόμορφου πλαισίου μετασχηματισμού εταιρειών εντός Ε.Ε., το οποίο αναμένεται να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες και ασφάλεια δικαίου, με σκοπό οι εταιρείες να επεκτείνουν ευκολότερα την οικονομική τους δραστηριότητα εντός Ε.Ε. και να αναπτύσσονται οικονομικά, χωρίς να συναντούν διαδικαστικά προσκώματα. Με την πλήρη ενσωμάτωση της Οδηγίας σε όλα τα κράτη-μέλη τους επόμενους μήνες, αναμένεται να ρυθμιστεί και το κενό που έχει δημιουργηθεί σχετικά με την πραγματοποίηση διασυνοριακών μετασχηματισμών κατά το μεταβατικό διάστημα.
[1] Οι εταιρείες με αντικείμενο τη συλλογική επένδυση κεφαλαίων που παρέχονται από το κοινό, η οποία λειτουργεί βάσει της αρχής της διασποράς των κινδύνων και τα μερίδια της οποίας, εφόσον το ζητήσουν οι κάτοχοί τους, εξαγοράζονται ή εξοφλούνται, άμεσα ή έμμεσα, από τα περιουσιακά της στοιχεία, αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής των διασυνοριακών μετασχηματισμών.