I. Εισαγωγή

Την 23η Φεβρουαρίου 2024 δημοσιεύθηκε ο νέος Ν. 5090/2024 (ΦΕΚ Α 30/23.2.2024), με τον οποίο τροποποιήθηκε μια σειρά διατάξεων του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, με στόχο την ουσιαστικότερη, αποτελεσματικότερη και αμεσότερη διεξαγωγή της ποινικής δίκης, την ενίσχυση της εγκληματοπροληπτικής λειτουργίας της ποινής μέσω των αρχών της γενικής και ειδικής πρόληψης και την οικονομία της ποινικής διαδικασίας. Η ισχύς του Ν. 5090/2024 αρχίζει την 1η Μαΐου 2024, με ορισμένες εξαιρέσεις, όπως η κατάργηση της κατ’ έγκληση δίωξης συγκεκριμένων κακουργημάτων που θα αρχίσει να εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου του ίδιου έτους, και έναν μικρό αριθμό διατάξεων που τέθηκε σε ισχύ ήδη από τη δημοσίευση του νόμου.

Βασικό σκοπό του νέου Ν. 5090/2024 αποτελεί ο περιορισμός και η αντιμετώπιση της «μικρομεσαίας» εγκληματικότητας, ιδίως μέσω της καταπολέμησης της «ατιμωρησίας», η οποία ίσχυε μέχρι σήμερα για τα ποινικά αδικήματα με ποινή φυλάκισης έως 3 έτη εξαιτίας της προβλεπόμενης αναστολής εκτέλεσης της ποινής.

Προς την κατεύθυνση αυτή, οι νέες ποινικές ρυθμίσεις προκρίνουν την έκτιση των επιβαλλόμενων ποινών και επί πλημμελημάτων, επηρεάζοντας κατά συνέπεια σημαντικά τα δραστηριοποιούμενα στον επιχειρηματικό κόσμο υποκείμενα, τα οποία κατά την άσκηση της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας απειλούνται κατά κύριο λόγο από το κίνδυνο καταδίκης για αδικήματα πλημμεληματικής φύσεως. Πέραν του κινδύνου αυτού, η επιχειρηματική κοινότητα φαίνεται ότι επηρεάζεται και από έτερες νομοθετικές αλλαγές, οι οποίες εισάγονται στην ελληνική ποινική νομοθεσία με το Ν. 5090/2024.

ΙΙ. Βασικές νομοθετικές αλλαγές

Σύμφωνα με τις βασικότερες αλλαγές του νέου Ποινικού Κώδικα, τίθενται σε ισχύ οι ακόλουθες νομοθετικές ρυθμίσεις, στις οποίες αναμένεται να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον επιχειρηματιών, εμπόρων, διαχειριστών, νομίμων εκπροσώπων και εν γένει διοικούντων νομικά πρόσωπα.

Α. Ρυθμίσεις έκτισης ποινών

Η αναστολή εκτέλεσης της ποινής για πλημμελήματα δεν αποτελεί πλέον κανόνα αλλά εξαίρεση, αφού στο εξής χορηγείται μόνο σε ποινές φυλάκισης έως 1 έτους και υπό την προϋπόθεση ότι τυχόν αμετάκλητες προηγούμενες καταδίκες δεν υπερβαίνουν το 1 έτος. Ως εκ τούτου, σε περίπτωση επιβολής ποινής φυλάκισης μεγαλύτερης του 1 έτους δίνεται βαρύτητα στην πραγματική έκτιση των ποινών, αφού σε αντίθεση με όσα ίσχυαν μέχρι σήμερα, δεν προβλέπεται το ευεργέτημα της αναστολής.

Συγκεκριμένα, ποινές φυλάκισης έως 2 έτη εκτίονται πρωτίστως μέσω εναλλακτικών τρόπων έκτισης, δηλαδή με μετατροπή σε χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας. Αντίθετα, ποινές φυλάκισης έως 3 έτη εκτίονται πραγματικά σε σωφρονιστικό κατάστημα ή κατ’ οίκον με ηλεκτρονική επιτήρηση, είτε μερικώς για ελάχιστο διάστημα 30 ημερών έως μέγιστο 6 μηνών και με αναστολή του υπολοίπου της ποινής, είτε ολικά. Περαιτέρω, ποινές φυλάκισης άνω των 3 ετών εκτίονται πραγματικά σε σωφρονιστικό κατάστημα στο σύνολό τους, εκτός εάν σύμφωνα με την κρίση του δικαστηρίου αρκεί η μερική έκτιση της ποινής από το 1/5 έως τα 2/5 αυτής.

Β. Αυστηροποίηση ποινών

Με το Ν. 5090/2024 επέρχεται αυστηροποίηση των γενικών κανόνων που διέπουν τα πλαίσια των προβλεπόμενων ποινών. Ειδικότερα i) το ανώτατο όριο πρόσκαιρης κάθειρξης (κακουργήματα) αυξάνεται από τα 15 στα 20 έτη, ii) το ανώτατο όριο κάθειρξης επί συρροής κακουργημάτων αυξάνεται από τα 20 στα 25 έτη και επί συρροής πλημμελημάτων από τα 8 στα 10 έτη, iii) η ποινή του ολοκληρωμένου εγκλήματος επιβάλλεται και στον άμεσο συνεργό, και iv) η συρροή περισσοτέρων λόγων μείωσης της ποινής δεν επιφέρει στο εξής διπλή απομείωση της ποινής.

Γ. Αυτεπάγγελτη δίωξη κακουργημάτων

Όλα τα κακουργήματα, συμπεριλαμβανομένης της απιστίας, της απάτης, της υπεξαίρεσης και της τοκογλυφίας που τελούνται σε βαθμό κακουργήματος και που μέχρι σήμερα αποτελούσαν κατ’ έγκληση διωκόμενα αδικήματα, διώκονται αυτεπάγγελτα και όχι κατόπιν υποβολής έγκλησης. Θεσπίζεται, έτσι, οριζόντια πρόβλεψη αυτεπάγγελτης δίωξης για το σύνολο των κακουργημάτων.

Δ. Ευθύνη νομικών προσώπων και οντοτήτων για αδικήματα δωροδοκίας

Με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας, θεσπίζεται ειδική ευθύνη των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, στις περιπτώσεις που πραγματοποιούνται δωροδοκίες δημοσίων υπαλλήλων προς όφελος ή για λογαριασμό του νομικού προσώπου ή της οντότητας, από φυσικό πρόσωπο που ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου ή της οντότητας και κατέχει διευθυντική θέση εντός αυτών ή έχει εξουσία εκπροσώπησής τους ή εξουσιοδότηση για τη λήψη αποφάσεων για λογαριασμό τους ή για την άσκηση ελέγχου εντός αυτών. Στις περιπτώσεις αυτές, προβλέπονται υψηλά πρόστιμα που κυμαίνονται από 10.000 έως 5.000.000 ευρώ, ενώ εκτός από πρόστιμο μπορούν να επιβληθούν ανάκληση ή αναστολή της άδειας λειτουργίας ή απαγόρευση άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

ΙΙΙ. Νέες ρυθμίσεις & Επιχειρήσεις

Η αναμόρφωση του Ποινικού Κώδικα φαίνεται ότι μπορεί να συμβάλλει θετικά στο πρόβλημα της υπάρχουσας επιχειρηματικής παραβατικότητας, μέσω της συντελούμενης αυστηροποίησης του δικαιικού ποινικού μας συστήματος. Ωστόσο, παρότι η έκτιση των ποινών πλέον και στα πλημμελήματα εκτιμάται ότι θα οδηγήσει στην αποτελεσματικότερη πρόληψη και κατ’ επέκταση σταδιακή μείωση του μικροεγκλήματος -ιδίως του οικονομικού-, οι νέες ποινικές ρυθμίσεις ενέχουν σημαντικούς κινδύνους για τα δραστηριοποιούμενα στον επιχειρηματικό χώρο πρόσωπα.

Αρχικά, η βασική αλλαγή που επιφέρει η νέα νομοθεσία αναφορικά με τη δυνατότητα αναστολής της ποινής μόνο εφόσον αυτή είναι μικρότερη του 1 έτους, καθιστά ιδιαίτερα εκτεθειμένους τους νομίμους εκπροσώπους εταιρειών στις περιπτώσεις που συντρέχει εκ του νόμου αντικειμενική ποινική ευθύνη τους με ποινή φυλάκισης μεγαλύτερη του 1 έτους. Διότι, λαμβανομένου υπόψη ότι στην περίπτωση αυτή προκρίνεται στο εξής η πραγματική μερική ή ολική έκτιση των επιβαλλόμενων ποινών, ο νόμιμος εκπρόσωπος μιας εταιρείας απειλείται πλέον από τον κίνδυνο στέρησης της ελευθερίας του εάν επιβάλλεται σε αυτόν ποινή φυλάκισης μεγαλύτερη ιδίως των 2 ετών, π.χ. στην περίπτωση ευθύνης του εργοδότη από εργατικό ατύχημα ακόμα κι αν αυτός δεν είχε άμεση σχέση με την τήρηση ή μη των μέτρων ασφαλείας. Με τον ίδιο ως άνω κίνδυνο, απειλείται πλέον ο νόμιμος εκπρόσωπος και στις περιπτώσεις τέλεσης απιστίας, εκβίασης, απάτης, υπεξαίρεσης, ψευδούς ή παραπλανητικής δήλωσης προς το κοινό σε σχέση με ορισμένες εταιρικές υποθέσεις ανώνυμης εταιρείας (άρθρο 176 Ν. 4548/2018), αλλά και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ανώνυμης εταιρείας για τις προβλεπόμενες από την εταιρική νομοθεσία παραβάσεις που επιφέρουν ποινική ευθύνη (άρθρα 177 και 179 Ν. 4548/2018), εφόσον επιβληθεί ποινή φυλάκισης άνω των 2 ετών, ή στην περίπτωση που το δικαστήριο δεν προκρίνει εναλλακτικό τρόπο έκτισης της ποινής (μετατροπή ή κοινωφελής εργασία) άνω του 1 έτους.

Περαιτέρω, από το συνδυασμό του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και του Ποινικού Κώδικα, μετά τις τροποποιήσεις του Ν. 5090/2024, προκύπτει ότι οι εκτελεστικοί πρόεδροι, διευθυντές, γενικοί διευθυντές, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που διαπράττουν το αδίκημα της πλημμεληματικής φοροδιαφυγής αντιμετωπίζουν πλέον τον κίνδυνο εγκλεισμού τους σε σωφρονιστικό κατάστημα. Επιπλέον, εξαιτίας της αύξησης του ανώτατου ορίου πρόσκαιρης κάθειρξης από τα 15 στα 20 έτη, προβλέπονται πλέον αυστηρότεροι όροι και στην περίπτωση που η φοροδιαφυγή τελείται σε βαθμό κακουργήματος.

Έτι περαιτέρω, στις περιπτώσεις φορολογικών παραβάσεων ή μη καταβολής εργοδοτικών εισφορών, οι διοικούντες νομικά πρόσωπα που ευθύνονται για το αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ή τους φορείς δημοσίου τομέα, απειλούνται και σε αυτή την περίπτωση με την έκτιση της επιβαλλόμενης ποινής, σύμφωνα με τους κανόνες που σημειώθηκαν ανωτέρω (βλ. ενότητα ΙΙ.Α.), εάν τα συνολικά χρέη ξεπεράσουν τα 100.000 ευρώ.

Τέλος, οι ρυθμίσεις του Ν. 5090/2024 δεν αφήνουν ανεπηρέαστα τα πρόσωπα που συνδράμουν στην τέλεση αδικημάτων υπό τους όρους της άμεσης συνέργειας. Κατά συνέπεια, με τις ίδιες ποινές απειλούνται και οι άμεσοι συνεργοί, όπως λ.χ. λογιστές που υπογράφουν εν γνώσει τους ανακριβή φορολογική δήλωση ως πληρεξούσιοι νομικών προσώπων.

IV. Τελικές παρατηρήσεις

Το νέο πλέγμα ρυθμίσεων που εισήχθη στο ελληνικό ποινικό σύστημα με το Ν. 5090/2024 αποτελεί σημαντικό βήμα στην αποδοτικότερη πρόληψη και καταστολή της επιχειρηματικής μικροεγκληματικότητας, η οποία μέχρι σήμερα δημιουργεί προβλήματα στην κοινωνική και δημοσιονομική κατάσταση της χώρας μας. Ωστόσο, ο περιορισμός της δυνατότητας αναστολής της ποινής και η γενική αυστηροποίηση του συστήματος ποινών έχει ήδη προκαλέσει την ανησυχία της επιχειρηματικής κοινότητας, η οποία απειλείται με τον κίνδυνο πραγματικής έκτισης των ποινών σε σωφρονιστικό κατάστημα ακόμα και σε αδικήματα πλημμεληματικής φύσεως. Η νέα αυτή πραγματικότητα δεν μπορεί να μην εγείρει προβληματισμούς και στη νομική κοινότητα, αφού έχει ως επακόλουθο να κινδυνεύουν με στέρηση της ελευθερίας τους νόμιμοι εκπρόσωποι εταιρειών για εγκλήματα που τελέστηκαν χωρίς τη θέλησή τους, όπως σε περιπτώσεις αντικειμενικής ευθύνης τους (λ.χ. εργατικό ατύχημα) ή αδυναμίας εξόφλησης χρεών προς το Δημόσιο εξαιτίας των δυσχερών οικονομικών συνθηκών της χώρας (π.χ. οικονομική και ενεργειακή κρίση, αύξηση πληθωρισμού κ.λπ.).

Αναμένεται, λοιπόν, να φανούν στην πράξη τα αποτελέσματα και οι προεκτάσεις της εφαρμογής των νέων ποινικών διατάξεων και να διαπιστωθεί εάν τελικά θα επιτευχθούν οι σκοποί για τους οποίους υιοθετήθηκαν ή θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά στην ενίσχυση της ελληνικής επιχειρηματικότητας.